Μίμης Παπαϊωάννου: Ένας χρόνος από τον θάνατο του μύθου της ΑΕΚ (ΦΩΤΟ & VIDEO)


Ο τεράστιος Μίμης Παπαϊωάννου, ο πυλώνας της ΑΕΚ, όπου έφυγε από αυτήν, όμως ξαναγύρισε με δίκη του θέληση

Ήταν 15 Μαρτίου 2023 όταν ο Μίμης Παπαϊωάννου πέθανε σε ηλικία 81 ετών, με τον θάνατο του να βυθίζει στο πένθος την οικογένεια της ΑΕΚ, αλλά και όλο τον αθλητικό κόσμο. Σήμερα συμπληρώνεται ένας χρόνος από την ημέρα που ο θρυλικός επιθετικός έφυγε από τη ζωή και η απώλεια του θλίβει κάθε φίλο της Ένωσης.

Ο κορυφαίος Έλληνας ποδοσφαιριστής του 20ου αιώνα, όπως αναδείχθηκε από τη Διεθνή Υπηρεσία Στατιστικής Ποδοσφαίρου (IFFHS) το 2000, γεννήθηκε στις 23 Αυγούστου 1942 στην Νέα Νικομήδεια της Ημαθίας.

Μέσα στην Κατοχή. Σε μια φτωχή οικογένεια, με τέσσερα παιδιά, που οι γονείς δούλευαν όλη ημέρα στα χωράφια για να υπάρχει ένα πιάτο φαΐ… Από παιδική ηλικία, όταν δεν έπαιζε ποδόσφαιρο στο χωριό, βρισκόταν είτε στα κτήματα να βοηθά τους γονείς του είτε να δουλεύει ως κουρέας για ένα χαρτζιλίκι. Μπορεί να μην έβγαλε το δημοτικό -άλλες εποχές-, όμως ο μικρός Μίμης ήταν πανέξυπνος, δουλευταράς και μεγάλο ταλέντο στην μπάλα. Αρχικά τον είχε δει και τον είχε ζητήσει ο ΠΑΟΚ, όμως δεν έγινε ποτέ αυτή η μεταγραφή. Μετά ήρθε η ΑΕΚ, την οποία και επέλεξε, γιατί είναι προσφυγικό σωματείο και έχει τον δικέφαλο αετό για έμβλημά της. Κάπως έτσι άρχισε να γράφεται η ιστορία του Μίμη με την ΑΕΚ.

Το 2003 ψηφίστηκε ως ο τρίτος καλύτερος Έλληνας ποδοσφαιριστής από την Ε.Π.Ο. για το εορτασμό των 50 χρόνων της UEFA, ενώ η IFFHS τον επέλεξε επίσης στην καλύτερη 11άδα όλων των εποχών του ελληνικού ποδοσφαίρου το 2021.


Ο Μίμης Παπαϊωάννου ξεκίνησε την ποδοσφαιρική του καριέρα στην ομάδα της γενέτειρας του, τη Νέα Γενεά Νέας Νικομήδειας. Το 1959, σε ηλικία μόλις 17 ετών πήρε μεταγραφή στην Βέροια. Το 1962 πήρε μεταγραφή στην ΑΕΚ έναντι 175.000 δραχμών.

Με την ΑΕΚ αγωνίστηκε 17 συνεχείς περιόδους και μαζί της γνώρισε μεγάλες διακρίσεις. Κατέκτησε πέντε πρωταθλήματα Α΄ Εθνικής (1963, 1968, 1971, 1978, 1979) και τρία κύπελλα Ελλάδας (1964, 1966, 1978). Επίσης, αναδείχθηκε δύο φορές πρώτος σκόρερ (1964, 1966) και ήταν το βασικό γρανάζι σε δύο εντυπωσιακές πορείες της ομάδας στα ευρωπαϊκά κύπελλα, το 1968-69 στο κύπελλο Πρωταθλητριών και το 1976-77 στο κύπελλο ΟΥΕΦΑ.


Το 1964 ήταν μια σημαντική χρονιά στην καριέρα του. 

Η ΑΕΚ δέχθηκε πρόταση, από τη Ρεάλ Μαδρίτης ύψους 4.000.000 δραχμών, όμως αυτή απορρίφθηκε. 

Το 1979 σταμάτησε να αγωνίζεται στην Ελλάδα έπειτα από 480 αγώνες πρωταθλήματος. Πέτυχε 234 γκολ, ρεκόρ για την εποχή που κατέρριψε ο συμπαίκτης του Θωμάς Μαύρος 11 χρόνια αργότερα. Μέχρι σήμερα κατέχει την έκτη θέση σε συμμετοχές και την τρίτη θέση στους σκόρερ στην Α΄ Εθνική. Είναι δε, στην πρώτη θέση των σκόρερ με την ίδια ομάδα.

Εκείνη την χρονιά λοιπόν, πήγε στις ΗΠΑ όπου αγωνίστηκε για μια περίοδο στον Παγκύπριο Νέας Υόρκης ως παίκτης – προπονητής και κατάφερε να κατακτήσει το ντάμπλ στο τοπικό πρωτάθλημα και κύπελλο.

Ο Παπαϊωάννου αγωνιζόταν στην αριστερή πτέρυγα της επίθεσης, πάντα με το νούμερο 10. Με τον ερχομό του Μαύρου το 1976, οπισθοχώρησε σε θέση, περισσότερο ως επιθετικός μέσος, κάτι που συχνά συνέβαινε και στην εθνική ομάδα. Είχε μεγάλη ευχέρεια στο σκοράρισμα, συνήθως με το αριστερό πόδι. Παρά το χαμηλό του ύψος, σημείωνε γκολ και με κεφαλιές καθώς είχε απίστευτη αλτικότητα. Διετέλεσε επί σειρά ετών αρχηγός της ΑΕΚ και της εθνικής ομάδας.

Στην εθνική Ελλάδας αγωνίστηκε από το 1963 έως το 1978, σημειώνοντας ρεκόρ με 61 συμμετοχές, πετυχαίνοντας 21 τέρματα. Σήμερα, κατέχει την πέμπτη θέση στον πίνακα των σκόρερ όλων των εποχών με την εθνική ομάδα.


Από το γήπεδο στο τραγούδι

Το 1964 ξεκίνησε μία «κόντρα» ανάμεσα στον Μιμή Παπαϊωάννου και την ΑΕΚ. Συγκεκριμένα όταν η Ένωση απέρριψε την πρόταση της Ρεάλ Μαδρίτης, η οποία ήταν ύψους 4.000.000 δραχμών. Έτσι αντί να γίνει δίδυμο με τον Φέρεντς Πούσκας, έγινε με τον Στέλιο Καζαντζίδη.


«Όταν ήμουν στο χωριό, είχα λόξα με τα λαϊκά τραγούδια. Μου άρεσε πολύ ο Στέλιος Καζαντζίδης. Ήταν βλέπεις, πέρα από τραγουδισταράς και Πόντιος, κι αυτός λαϊκός. Είχα και ένα μπουζούκι και προσπαθούσα να μάθω, αλλά δεν τα κατάφερνα, παιδευόμουνα πολύ και το αποτέλεσμα όχι αυτό που ποθούσε η ψυχή μου. Πολύ πιο δύσκολο από το να ντριμπλάρω με το αριστερό ή να στέλνω την μπάλα στα δίχτυα.

Όταν όμως ήρθα στην Αθήνα, γνώρισα τον Στέλιο Καζαντζίδη. Ήταν Αεκτζής, τον γνώριζε ο Νεστορίδης και αργότερα, όταν κατέβηκε από το χωριό ο Νικολόπουλος, γνωρίστηκε και αυτός με το μεγάλο βάρδο και έπαιζε μαζί του». 

Με τις σχέσεις των δύο πλευρών να βρίσκονται στα «μαχαίρια»,ο Μίμης άρπαξε την ευκαιρία και έφυγε για τουρνέ στη Γερμανία μαζί με τους Καζαντζίδη, Μαρινέλλα και Νικολόπουλο. Ο ίδιος εξομολογείται:

«Όταν λοιπόν προέκυψε η κόντρα μου στην ΑΕΚ για το θέμα της Ρεάλ, Καζαντζίδης και Νικολόπουλος έφτιαχναν σχήμα, ώστε με συγκρότημα να πάνε στη Γερμανία για τουρνέ.  

Αφού η ΑΕΚ δεν σε θέλει, έλα μαζί μας, μου είπε ο Στέλιος και με επηρέασε. Έτσι, ξεκίνησα πρόβες και μπήκα στο συγκρότημα».

Ο Μίμης πρόλαβε να βγάλει και το άχτι του στο τραγούδι ηχογραφώντας τραγούδια με τους φίλους του και μεταξύ άλλων και τον ύμνο της ΑΕΚ.


Τα 7 τραγούδια με τη φωνή του Μίμη Παπαϊωάννου ηχογραφήθηκαν στην Polyphone την περίοδο 1971-1972 με τη συνεργασία του Χρήστου Νικολόπουλου και του Στέλιου Καζαντζίδη.

Τα 7 τραγούδια του Μιμή είναι:

Μεσ’ τη φωτιά μου: (Στ. Καζαντζίδη – Γ. Βασιλόπουλου)

Α.Ε.Κ.: (Στ. Καζαντζίδη – Χρ. Κολοκοτρώνη) ηχογράφηση 19 Ιουνίου 1971

Σαν πουλί κυνηγημένο: (Στ. Καζαντζίδη – Γ. Βασιλόπουλου)

Έχω ελαττώματα: (Χρ. Νικολόπουλου – Πυθαγόρα)

Σαν θεατρίνος: (Στ. Καζαντζίδη – Ευάγ. Ατραϊδη)

Φτάνουν οι πίκρες: (Στ. Καζαντζίδη – Ευάγ. Ατραϊδη)

Μάρτυρες οι πίκρες μου: (Χρ. Νικολόπουλου – Γ. Βασιλόπουλου).


«Ο Στέλιος ήταν ο φίλος που μου έδωσε τη σωστή συμβουλή»

Παρόλα αυτά, η αγάπη του Μιμή για την μπάλα, έφερε αμφιβολίες. Έτσι πήρε πρωτοβουλία ο Καζαντζιδης και του έδωσε μια συμβουλή.

«Ο Στέλιος, όταν βρισκόμουν σε δίλημμα για το τι ακριβώς έπρεπε να αποφασίσω να κάνω στη ζωή μου, ήταν ο φίλος που μου έδωσε τη σωστή συμβουλή. Ήμουν τυχερός στη ζωή μου που υπήρξα φίλος του. Από αυτόν τον μέγιστο βάρδο, έμαθα να μετράω την ψυχή περισσότερο από οτιδήποτε άλλο στη ζωή.  

Μίμη, στο τραγούδι το παλεύεις, θα είσαι βιοπαλαιστής. Έχω την εντύπωση πως πρέπει να γυρίσεις σ’ αυτό που ξέρεις να κάνεις καλά και είμαι βέβαιος πως θα δικαιωθείς. Πήγαινε να παίξεις ποδόσφαιρο και κάποια μέρα θα με θυμηθείς».

Ο Μίμης επέστρεψε στην ομάδα της καρδιάς του τον Δεκέμβριο και πρόλαβε να αγωνιστεί στο πρωτάθλημα. Η διοίκηση συμφώνησε να του δώσει 500 χιλιάδες δραχμές για να παραμείνει στο ρόστερ. Όπως επισημαίνει: «Αυτό ήταν. Χωρίς το πρόβλημά μου να είναι οικονομικό, άλλαξα γνώμη και είπα μέσα μου: Για πάντα στην ΑΕΚ! Και δεν το μετάνιωσα ποτέ…».

Η ζωή εκτός γηπέδων

Τη Μαίρη, τη γυναίκα που πορεύθηκε μαζί της στη ζωή, ο Μίμης τη γνώρισε λίγα χρόνια αφότου ήρθε στην Αθήνα για την ΑΕΚ. Από τις πρώτες του στιγμές στην πρωτεύουσα ακολούθησε μια ζωή… επαγγελματική, σε εποχές ερασιτεχνικές. Δεν κάπνιζε, δεν έπινε, δεν ξενυχτούσε. Ο πατέρας της γυναίκας του ήταν ταξιτζής. Ηξερε ότι είχε την άποψη πως οι ποδοσφαιριστές δεν ήταν… καλά παιδιά. Ο Μίμης Παπαϊωάννου, όταν ζήτησε το χέρι της Μαίρης, είχε ρωτήσει τον πατέρα της αν πίστευε ότι οι ποδοσφαιριστές είναι «κακά παιδιά». «Υπάρχουν και ταξιτζήδες κακά παιδιά…» ήταν η ντρίμπλα στον πεθερό του, κι έτσι τα βρήκαν μεταξύ τους…

Επιμέλεια: Γιώργος Παπαγεωργίου





ΠΗΓΗ: enwsi.gr

0/ΑΦΗΣΤΕ ΣΧΟΛΙΟ/ΣΧΟΛΙΑ

Σχόλια